23/6/19

Κοίτα ποιος μιλάει...

Ο Αλέξης Τσίπρας έκανε μια χρήσιμη διαπίστωση χθες στη συνέντευξή του στον Real FM. Υποστήριξε ότι «με το τέλος του μνημονίου πρέπει να τερματιστούν και οι παθογένειες», καθώς, όπως είπε, εάν δεν γίνει αυτό, «υπάρχει ο κίνδυνος να βρεθούμε στον ίδιο φαύλο κύκλο. Το πάθημα να γίνει μάθημα, να μη χάσουμε ποτέ ξανά τον έλεγχο των οικονομικών μας στοιχείων». Θα ήταν μια ακόμη κοινοτοπία από τις άπειρες αντίστοιχες που εκστομίζονται, χωρίς να έχουν καμία απολύτως βαρύτητα, από τους πολιτικούς μας, αν δεν ήταν λόγια του συγκεκριμένου πρωθυπουργού.

Του ανθρώπου που εξέθρεψε, από την πρώτη ημέρα που έγινε επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, όλες τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος και που έκανε σημαία του τον λαϊκισμό. Ο πολιτικός που, μεσούσης της κρίσης, επιδόθηκε σε μια άκρατη παροχολογία, με την υιοθέτηση, χωρίς εξαιρέσεις, όλων των αιτημάτων από κάθε κοινωνική ομάδα ή συντεχνία, που υιοθέτησε το κίνημα «δεν πληρώνω» και ζητούσε από τους πολίτες να μην καταβάλουν στο κράτος τους φόρους τους. Που καλλιέργησε αυταπάτες και έπαιξε τη χώρα στα ζάρια, που προκάλεσε ζημία 100 δισ. ευρώ στην οικονομία.

Η απορία, ωστόσο, δεν είναι το τι λέει σήμερα ο πρωθυπουργός. Το θέμα είναι πώς μπορεί να τα λέει όλα αυτά, χωρίς αισθήματα ενοχής, χωρίς τύψεις, χωρίς απολογητικό ύφος, χωρίς να έχει κάνει ίχνος αυτοκριτικής για τα έργα και τις πράξεις του όλα τα προηγούμενα χρόνια. Αυτή είναι η απορία.

Στην ίδια συνέντευξη, ο Αλέξης Τσίπρας λέει κάτι ακόμη: «Δεν οραματίζομαι το 2018 ως επιστροφή στα χρόνια προ κρίσης. Εχουμε περάσει μία τραγωδία. Αυτή την τραγωδία πρέπει να την έχουμε ως μάθημα. Αυτή η πρόσφατη εμπειρία μας πρέπει να μας κάνει δυνατότερους». Επειδή από διαπιστώσεις έχουμε χορτάσει, μπορεί να μας πει επιτέλους ποιο είναι το σχέδιό του για την επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα;

Μέχρι σήμερα, κανείς από την κυβέρνηση δεν έχει κάνει τον κόπο να μας περιγράψει την επόμενη ημέρα. Οταν «θα έχουμε βγει από τα μνημόνια», όπως αρέσκονται να λένε. Ξέρουν πως οι εκλογές δεν θα αργήσουν. Και για τον λόγο αυτόν, όσο είναι στην κυβέρνηση, δεν θα πουν κουβέντα για την «επόμενη ημέρα». Ωστε μεθαύριο, ως αντιπολίτευση, να θυμηθούν τον παλιό τους εαυτό. Τουλάχιστον έμαθαν πως μεγαλύτερο φαιδρολόγημα από το περίφημο «εμείς θα βαράμε το νταούλι και οι αγορές να χορεύουν», που είχε πει λίγο πριν από τις εκλογές ο Αλέξης Τσίπρας, δεν έχει υπάρξει. Κάτι είναι και αυτό.

Χρειάζεται να γίνεται δημόσια διάλογος, επιπέδου καφενείου, για τα εθνικά θέματα; Προφανώς όχι. Στον δημόσιο διάλογο, όταν εκφράζονται απόψεις από πρόσωπα που έχουν θεσμική ιδιότητα και αφορούν διακρατικά ζητήματα, είθισται να χρησιμοποιείται ο κώδικας της λεγόμενης «διπλωματικής γλώσσας». Και αυτό επειδή έτσι εκφράζεται μια ενιαία εθνική γραμμή για τα ανοικτά ζητήματα και εξυπηρετείται η εξωτερική πολιτική της χώρας.

Η διπλωματική γλώσσα είναι επίσης ένας τρόπος αυτοπροστασίας από λεκτικές ακρότητες και αστοχίες που μπορεί να εκθέσουν τη χώρα ή να δημιουργήσουν στρεβλώσεις και προβλήματα. Οπότε, χαρακτηρισμοί όπως «ανέξοδοι παλικαρισμοί», «να σκέφτεται και μετά να ομιλεί» και άλλα αντίστοιχα, που ακούστηκαν για τα ελληνοτουρκικά, δεν πρέπει να έχουν θέση όταν εκφράζονται από επίσημα χείλη, όπως υπουργοί ή πρωθυπουργικοί σύμβουλοι.

Το ΥΠΕΞ, το οποίο έχει την ευθύνη και τη στρατηγική της διαχείρισης της έντασης που καλλιεργεί για δικούς της λόγους η Αγκυρα, πρέπει άμεσα να συμμαζέψει όλους όσοι χρησιμοποιούν γλώσσα καφενείου για τα εθνικά θέματα προκειμένου να προβληθούν. Εκτός αν θέλουμε να παίξουμε το παιχνίδι της Τουρκίας!

Δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου