22/10/10

ΕΝΑ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΚΑΙ ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΟΥ!


Σάββατο 23 Οκτωβρίου

Υπάρχει κανείς από τα μέλη του κοινοβουλίου και τους υπουργούς της κυβέρνησης, που ειλικρινά πιστεύει ότι ο ελληνικός λαός, ειδικά αυτή την εποχή, διψάει να πληροφορηθεί την αλήθεια για το Βατοπέδι; Που ενδιαφέρεται διακαώς να μάθει τι λένε τα πορίσματα των κομμάτων που συμμετείχαν στην προανακριτική επιτροπή της βουλής και ποιον παραπέμπει το κάθε κόμμα και γιατί; Που θα στηθεί μπροστά στην τηλεόραση να παρακολουθήσει τις θορυβώδεις αντιπαραθέσεις μεταξύ των εκπροσώπων των κομμάτων;

Αν υπάρχει κάποιος που τα πιστεύει όλα αυτά, μάλλον ζει σε άλλη χώρα, ή βρέθηκε ξαφνικά εδώ, από άλλον πλανήτη. Δεν υπάρχει πιο βαρετή ιστορία, έτσι που κατάντησε να σέρνεται η αναζήτηση της αλήθειας και η τιμωρία των ενόχων. Αναλογιστείτε μόνο πόσες φορές και με πόσες διαφορετικές αφορμές έχουμε δει το ίδιο έργο να επαναλαμβάνεται. Με τους ίδιους πρωταγωνιστές, τα ίδια επιχειρήματα. Ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στη σύγχρονη ιστορία, εκφυλίστηκε σιγά –σιγά στα μάτια της κοινής γνώμης στο επίπεδο της κομματικής αντιπαράθεσης.

Παρόλα αυτά η κοινή γνώμη γνωρίζει πολύ καλά πως το Βατοπέδι είναι ένα καραμπινάτο σκάνδαλο. Ότι και αν λέει το κάθε Σ.Ο.Ε., ξέρει πως η ζημιά του ελληνικού δημοσίου είναι πολύ μεγάλη, ανέρχεται σε πολλές δεκάδες εκατομμύρια. Γνωρίζει μάλιστα πολύ καλά και τους αυτουργούς του σκανδάλου, που παραμένουν απομονωμένοι και από το ίδιο τους το κόμμα παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις, χωρίς να τολμούν οι περισσότεροι να εμφανιστούν δημόσια, καθώς ξέρουν πως θα αντιμετωπίσουν την μήνη του κόσμου.

Δυστυχώς προς δόξα του πολιτικού συστήματος και του ποινικού κώδικα, η ΝΔ επιχειρεί ανερυθρίαστα να μετατρέψει την υπόθεση του σκανδάλου, από υπόθεση του ποινικού κώδικα, σε πολιτική αντιπαράθεση. Είναι προφανές πως με τις μεθοδεύσεις που επέλεξε από την ημέρα της αποκάλυψης του σκανδάλου, στόχο είχε κατ’ αρχήν την παραγραφή των αδικημάτων, κάτι που πιθανότατα έχει ήδη επιτύχει. Με τις αλλεπάλληλες καθυστερήσεις, τα προσκόμματα που έμπαιναν κατά καιρούς, τα δήθεν πορίσματα, το αιφνιδιαστικό κλείσιμο της βουλής, τις αποχωρήσεις των βουλευτών της από την εξεταστική και την προανακριτική επιτροπή, κατάφερε να κάνει την υπόθεση να σέρνεται και να καταλήγει σε βαρετή επανάληψη.

Ελάχιστοι πιστεύουν πως υπάρχουν πλέον περιθώρια να αποδοθεί δικαιοσύνη. Άλλωστε μέχρι να φτάσει, αν ποτέ φτάσει η υπόθεση στο ειδικό δικαστήριο, έχει ακόμη πολύ δρόμο. Θα πρέπει να ψηφίσει η βουλή ποιους θα παραπέμψει στο δικαστικό συμβούλιο, που στη συνέχεια θα κρίνει αν θα παραπεμφθούν κάποιοι στο ειδικό δικαστήριο ή θα απαλλαγούν.

Για ένα έγκλημα που συντελέστηκε με τόσο κραυγαλέο τρόπο σε κοινή θέα, δεν θα υπάρξει ένοχος και ουδείς θα τιμωρηθεί. Τα κόμματα θα αρκεστούν να προσμετρήσουν το πολιτικό ισοζύγιο, κέρδη και ζημίες. Και ο κόσμος θα συνεχίζει να αγανακτεί και να «σιχτιρίζει» με την κωμωδία που παίζεται εμπρός στα μάτια του.